19/06/2025
Η βιταμίνη Κ αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά το 1936 ως βασικός παράγοντας στην πήξη του αίματος. Πρόκειται για μία απαραίτητη βιοδραστική ένωση που απαιτείται για τη βέλτιστη λειτουργία του σώματος.
Υπάρχει σε διάφορες ισομορφές, που διακρίνονται από δύο κύριες δομές, τη φυλλοκινόνη (Κ1) και τις μενακινόνες (Κ2) και η ανακάλυψη αυτών των διαφορετικών ισομορφών της βιταμίνης Κ έχει προσελκύσει το ερευνητικό ενδιαφέρον και έχουν ανακαλυφθεί μη πηκτικές λειτουργίες της οι οποίες αποδίδονται κυρίως στην βιταμίνη Κ2.
Η βιταμίνη Κ1 είναι η κυρίαρχη μορφή της βιταμίνης Κ που υπάρχει στη διατροφή βρίσκεται κυρίως στα πράσινα φυλλώδη λαχανικά και στις φυτικές χλωροφύλλες όπως σπανάκι, λάχανο, ξινολάχανο, μπρόκολο, kale, χυμό καρότου, σόγια και σε φρούτα όπως αβοκάντο, ακτινίδιο, μούρα, σταφύλια, αποξηραμένα σύκα και δαμάσκηνα, σε ξηρούς καρπούς όπως κουκουνάρι, κάσιους, φυστίκια, σε τυριά όπως ροκφόρ, πεκορίνο, Brie, σε ψάρια όπως σκουμπρί, χέλι και στο κρέας όπως ελάφι, μοσχάρι και στον κιμά και η απορρόφηση του διαιτητικού Κ1 αυξάνεται παρουσία βουτύρου ή ελαίων, ενώ οι K2 μενακινόνες συντίθενται από βακτήρια και βρίσκονται κυρίως σε τρόφιμα όπου τα βακτήρια αποτελούν μέρος της παραγωγικής διαδικασίας όπως τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση, κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα. Η ζύμωση των κόκκων σόγιας με Bacillus natto παράγει το Natto, ένα ιαπωνικό πιάτο που περιέχει την υψηλότερη περιεκτικότητα σε K2. Τα γαλακτοκομικά προϊόντα είναι η δεύτερη πιο πλούσια πηγή βιταμίνης Κ2 στη διατροφή, τα σκληρά τυριά θεωρούνται ότι έχουν την υψηλότερη ποσότητα μενακινονών, τα ολλανδικά σκληρά τυριά περιέχουν περισσότερο Κ2 σε σύγκριση με τα πιο μαλακά μεσογειακά τυριά, ενώ άλλες αξιοσημείωτες πηγές Κ2 είναι το κοτόπουλου, το μοσχαρίσιο συκώτι, το βοδινό κρέας, το χοιρινό συκώτι, οι κρόκοι αυγών, το ξινολάχανο, ο σολομός, το σκουμπρί και το χέλι.
Η τυπική συνιστώμενη πρόσληψη βιταμίνης Κ στις ΗΠΑ ποικίλλει από 50 έως 600 μg/ημέρα για τη βιταμίνη Κ1 και από 5 έως 600 μg/ημέρα για τη βιταμίνη Κ2.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), η δόση είναι 65 μg/ημέρα για τους άνδρες και 55 μg/ημέρα για τις γυναίκες, με βάση 1 μg/ημέρα/kg σωματικού βάρους βιταμίνης Κ.
Η ημερήσια συνιστώμενη πρόσληψη βιταμίνης Κ1 μπορεί να επιτευχθεί εύκολα με τη δυτική δίαιτα, ωστόσο η πρόσληψη βιταμίνης Κ2 από τα τρόφιμα αντιστοιχεί μόνο στο 5%-25% της συνολικής πρόσληψης βιταμίνης Κ.
Επομένως, η χορήγηση βιταμίνης Κ2 μέσω συμπληρωμάτων σε υψηλή δόση μπορεί να είναι σκόπιμη για την κάλυψη της απαιτούμενης ημερήσιας πρόσληψης για τη βελτίωση της συνολικής υγείας και αυτό γιατί οι επιδράσεις της βιταμίνης K2 στη βελτίωση της υγείας, στην μακροχρόνια προστατευτική επίδραση της βιταμίνης στην ανάπτυξη αγγειακής ασβεστοποίησης, σε καρδιαγγειακές παθήσεις, στον μεταβολισμό των οστών, στη διατήρηση της σκελετικής υγείας, στη χρόνια νεφρική νόσο, στη μείωση κινδύνου για διαβήτη, ηπατικής νόσου, νευρολογικών παθήσεων, παχυσαρκίας αλλά και σε συγκεκριμένους καρκίνους αποδεικνύονται ευεργετικές.
Η βιταμίνη Κ2 έχει πρόσφατα αναγνωριστεί ως αποτελεσματική και ασφαλής στη θεραπεία της οστικής απώλειας, καθώς συμβάλλει στη δομική ακεραιότητα της οστεοκαλσίνης, της κύριας μη κολλαγονοειδούς πρωτεΐνης που συνήθως βρίσκεται στη θεμέλια ουσία (μήτρα) των οστών. Αρκετές μελέτες απέδειξαν ότι η χαμηλή πρόσληψη βιταμίνης K2 συνδέεται με απώλεια οστικής μάζας και με αυξημένο κίνδυνο κατάγματος και στα δύο φύλα.
Σήμερα, η συμπλήρωση βιταμίνης K2 θεωρείται ένας σημαντικός τρόπος για την ενίσχυση της συσχέτισης του ασβεστίου και της βιταμίνης D, ο ρόλος των οποίων στην υγεία των οστών είναι σε μεγάλο βαθμό αναγνωρισμένος.
H βιταμίνη K2 μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνη της ή/και με άλλα συμπληρώματα διατροφής όπως π.χ λήψη ασβεστίου σε συνδιασμό με βιταμίνη D3+K2 και μαγνήσιο όπου βοηθά στη διαχείρηση της οστεοπόρωσης, στην μείωση του κινδύνου καταγμάτων και τη διατήρηση της σκελετικής υγείας από τη σκελετική υποβάθμιση μετά την εμμηνόπαυση καθώς επίσης και σε ασθενείς που έχουν προσβληθεί από δευτεροπαθή οστεοπόρωση.