22/09/2025
Υπερμετρωπία: Φυσιολογία, ηλικιακή πορεία και κλινικές παρατηρήσεις
Η υπερμετρωπία είναι μια διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία οι ακτίνες φωτός εστιάζονται πίσω από τον αμφιβληστροειδή, προκαλώντας δυσκολία στην κοντινή όραση. Η ένταση της υπερμετρωπίας εκφράζεται σε διόπτρες (D) και μπορεί να ποικίλει από ήπια (+0,25 έως +1,00 D) έως υψηλή (> +3,00 D).
Ηλικιακή πορεία
• Νεογνική – παιδική ηλικία:
Η υπερμετρωπία είναι φυσιολογική στα νεογνά (+2,00 έως +3,00 D). Με την αύξηση του μήκους του βολβού κατά την ανάπτυξη, παρατηρείται σταδιακή μείωση της υπερμετρωπίας (emmetropization). Στα περισσότερα παιδιά μέχρι την ηλικία των 6–8 ετών, η υπερμετρωπία μειώνεται σημαντικά.
• Νεαρή ενηλικίωση (15–30 ετών):
Ο οφθαλμός έχει ολοκληρώσει την ανάπτυξή του και η υπερμετρωπία συνήθως σταθεροποιείται. Η προσαρμοστική ικανότητα του φακού (accommodation) επιτρέπει στους περισσότερους να βλέπουν καλά, χωρίς γυαλιά.
• Μεσήλικες (40–60 ετών):
Με την εμφάνιση της πρεσβυωπίας, μειώνεται η ικανότητα προσαρμογής του φακού, αποκαλύπτοντας την υπερμετρωπία. Η κοντινή όραση γίνεται δυσχερής, ακόμα και σε ήπια υπερμετρωπία.
• Γηραιότερη ηλικία (>60 ετών):
Η φυσιολογική σκλήρυνση και μείωση ελαστικότητας του φακού μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της υπερμετρωπίας, ακόμη και σε άτομα που προηγουμένως ήταν σχεδόν ελεύθερα προβλημάτων όρασης. Η τακτική οφθαλμολογική παρακολούθηση είναι απαραίτητη για την έγκαιρη διάγνωση και διόρθωση, καθώς και για την παρακολούθηση της προσαρμοστικής ικανότητας του φακού σε κάθε ηλικία.