11/05/2025
https://www.facebook.com/share/16V75N9t6y/?mibextid=wwXIfr
Το κλάμα είναι η κοινή μας γλώσσα. Είναι ο πρώτος τρόπος που βρήκαμε για να μιλήσουμε. Κάθε ήχος του φαίνεται να παράγει ένα ξεχωριστό αποτύπωμα, ένα «cry print», όπως λέγεται, που μόνο ένας γνωρίζει τη μετάφραση. Είναι η μετάφραση μιας γλώσσας που δε σπουδάζεται αλλά μιλιέται σε όλο τον κόσμο. Το ότι μπορέσαμε να μιλήσουμε, τελικά, το οφείλουμε στο ότι βρέθηκε κάποιος που πίστεψε ότι καταλαβαίνει τι λέμε. «Το κλάμα του μωρού, έλεγε ο D. W. Winnicott, αρχικά δεν είχε κανένα νόημα. Το νόημα ήρθε από τη στιγμή που το αναγνώρισε κάποιος, δηλαδή, η μητέρα. Από τη στιγμή που η μητέρα είπε: «κλαίει, γιατί πεινάει», «γιατί διψάει», «γιατί θέλει να το πάρω αγκαλιά», «γιατί λερώθηκε».
Στη μαμά, λοιπόν, αφιερωμένη η σημερινή μέρα αλλά και σε όποιον μας φρόντισε. Γιατί μαμά είναι αυτός που φροντίζει. Σε αυτήν, που μας επέτρεψε να μεγαλώσουμε, αναγνωρίζοντας και «μεταφράζοντας» τις δικές μας κι όχι τις δικές της ανάγκες. Σε αυτή που μας παρηγόρησε με λόγια και με χάδια και ήταν εκεί για να μας πει όλα εκείνα τα υποστηρικτικά «ναι» και τα δύσκολα «όχι». Στη μαμά, που μέσα από το βλέμμα της, τη μυρωδιά και την ονειροπόλησή της γεννήθηκε ο κόσμος μας. Στη μαμά που, αφού μας χόρτασε φαί και αγάπη, άντεξε να μας αποχωριστεί, για να μπορέσουμε κι εμείς να συνδεθούμε και με άλλους ανθρώπους. Στη μαμά, που μας φρόντισε και σήμερα καλούμαστε να φροντίσουμε εμείς, πότε με κατανόηση, πότε με θυμό, πότε με άρνηση γιατί γέρασε και δεν τα καταφέρνει πια.
Κι αν για κάποιους η μαμά δεν κατάφερε να είναι μια «επαρκής μητέρα» και τους ταλαιπώρησε ή ακόμα τους στεναχωρεί, σκεφτείτε ότι κι εκείνη μπορεί να ήταν ένα ταλαιπωρημένο κορίτσι από τη δική της μάνα. Αυτή τη «μετάφραση» έμαθε. Ό,τι κι αν κάνουμε, δεν μπορούμε να υπολογίζουμε σε ένα καλύτερο παιδικό παρελθόν από αυτό που είχαμε. Τη μαμά δεν τη διαλέγουμε. Μπορούμε όμως, καθώς μεγαλώνουμε, να διαλέξουμε τον τρόπο που θα σχετιστούμε μαζί της. Είναι κρίμα, κάθε φορά που τσακώνεσαι μαζί της να της ζητάς να αλλάξει, με την παιδική προσδοκία ότι «αυτή τη φορά θα με καταλάβει». Ταλαιπωρία. Και ένας ατέλειωτος θυμός, που είναι έτοιμος να ξεσπάσει προς τον καθένα που θα σου την θυμίζει ή θα σου φέρνει μια μικρή ή μεγάλη ματαίωση. Ό,τι κατάλαβε κατάλαβε και ό,τι μπορούσε έδωσε.
Κι αν η μαμά δεν τα κατάφερε να μας δώσει αυτό που χρειαζόμαστε, πρέπει να τα καταφέρουμε εμείς. Το να μεγαλώνουμε είναι αναπόφευκτο. Το να ωριμάζουμε όμως είναι θέμα επιλογής. Μάντεψε ποιος αναλογεί να αλλάξει. Υπάρχει τρόπος. Αν θέλει φυσικά.
Χρόνια πολλά στις μανούλες αλλά και σε αυτούς κι αυτές που νιώθουνε μανούλες.
Elizabeth Pantelidou