31/08/2025
Έχω έρθει στην Ωραία Ελένη, ένα μικρό παραλιακό χωριό της Κορινθίας. Το σπίτι αυτό, εξήντα ετών, μου ανήκει. Πριν πενήντα χρόνια, λίγο μετά τη γέννησή μου, ο πατέρας μου φύτεψε δύο πεύκα αριστερά και δεξιά από την παιδική χαρά που μου είχε φτιάξει.
Τα πεύκα έγιναν οι σωματοφύλακές μου, οι φύλακες της παιδικής μου ηλικίας. Μεγαλώναμε μαζί, μα εγώ δεν τα πρόφταινα. Εκείνα ψήλωναν πολύ πιο γρήγορα· ώσπου όταν εγώ έφτασα το 1,72, εκείνα είχαν ήδη αγγίξει τα δεκαπέντε μέτρα. Φάρδυναν, άπλωσαν τα κλαδιά τους σε όλες τις κατευθύνσεις, σαν χέρια ανοιχτά, πάντα έτοιμα να με προστατεύσουν.
Ήταν εκεί σε όλα: στα παιχνίδια που έπαιζα μόνη ή με φίλους —κουτσό, λάστιχο, σχοινάκι, κρυφτό, κυνηγητό, πετροπόλεμο και μακριά γαϊδούρα. Ήταν εκεί στα πρώτα χτυποκάρδια μου, στα άγουρα, κλεφτά φιλιά της εφηβείας. Ήταν μάρτυρες της γνωριμίας με τον πρώην σύζυγό μου, του ερχομού των παιδιών μου, και αργότερα του δικού τους μεγαλώματος, των δικών τους παιχνιδιών και εφηβικών ανακαλύψεων.
Κι ύστερα πέρασαν τα χρόνια. Μεγάλωσαν τα παιδιά, μεγάλωσα κι εγώ. Η παιδική χαρά έμεινε άδεια, σαν ανάμνηση φωτεινή ενός παρελθόντος που απομακρυνόταν. Στη θέση της ήρθαν ένα δεντρόσπιτο σαν παραμύθι και μια γαλάζια πισίνα που κέρδισαν γρήγορα το ενδιαφέρον των νέων παιδιών. Τι να σου κάνουν τρεις κούνιες, μια τσουλήθρα και μια παλιά τραμπάλα;
Σήμερα, έπειτα από τρεις μήνες απουσίας, ξαναγύρισα στο αγαπημένο μου σπίτι. Έντρομη παρατήρησα πως οι πιστοί μου σωματοφύλακες, οι φύλακες της παιδικής μου ηλικίας, δεν ήταν πια οι ψηλοί, επιβλητικοί φρουροί που ήξερα. Στη θέση τους στέκονταν δύο ξερά δέντρα.
Πόνεσε η καρδιά μου στη σκέψη πως πρέπει να καλέσω συνεργείο να τα κόψει. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα που να τα αντικαταστήσει επάξια. Αυτά τα δέντρα είναι ένα με εμένα. Η σιγουριά πως ήταν πάντα εκεί. Το στολίδι της παιδικής χαράς μου, οι πανύψηλοι φρουροί του δικού μου παιδικού παλατιού. Η συντροφιά μου όταν δεν είχα παιδιά να παίξω, οι μάρτυρες των χαρούμενων αναμνήσεών μου.
«Και αυτό θα περάσει…» μου έλεγε η γιαγιά μου όταν χτυπούσα ή έκλαιγα. Και πάντα περνούσε. Αυτό που δεν μου είχε πει τότε ήταν πως το «θα περάσει» ισχύει όχι μόνο για τα δυσάρεστα, αλλά και για τα όμορφα.
Τα δέντρα μου που ξεράθηκαν και φεύγουν μου έκαναν ένα τελευταίο δώρο. Μου υπενθύμισαν τη φευγαλέα φύση όλων των πραγμάτων.
Ανέβηκα στην παιδική χαρά, τα χάιδεψα, αγκάλιασα τους ανάγλυφους κορμούς τους. Συγκινήθηκα, γιατί αποχαιρετώντας τα, αποχαιρέτησα κι ένα κομμάτι της παιδικής μου ηλικίας. Τα ευχαρίστησα για τον ρόλο που έπαιξαν στην πιο τρυφερή μου εποχή.
Αντίο αγαπημένα μου
Σας ευχαριστώ