Αγγελική Μπολουδάκη

Αγγελική Μπολουδάκη Ψυχοθεραπεία, Συμβουλευτική.
Οι συνεδρίες πραγματοποι

20/11/2025

Μερικές φορές κρατιόμαστε από τον πόνο με όλη μας τη δύναμη,
σαν να είναι το τελευταίο νήμα
που μας συνδέει με ό,τι χάσαμε.
Φοβόμαστε πως, αν τον αφήσουμε να φύγει,
θα χαθεί και η τελευταία ανάμνηση,
η τελευταία αναπνοή,
η τελευταία ηχώ εκείνου που υπήρξε κάποτε πολύτιμο.
Σαν να σημαίνει η ίαση πως πρέπει να αποχαιρετήσουμε
όχι μόνο το τραύμα,
αλλά και το ίδιο το κομμάτι της ζωής που αγαπήσαμε.

Όμως η αλήθεια είναι διαφορετική.
Η θεραπεία δεν ισοδυναμεί με λήθη.
Δεν μας ζητά να σβήσουμε, να απαρνηθούμε,
ή να ξεχάσουμε όσα μας διαμόρφωσαν.
Η θεραπεία είναι μια ήρεμη μεταμόρφωση·
είναι η ικανότητα να μεταφέρουμε μέσα μας τις μνήμες
χωρίς να μας βαραίνουν,
να αναπνέουμε μαζί τους χωρίς να μας πονάνε.

Είναι το λεπτό, τρυφερό πέρασμα
από το «πονάω γιατί θυμάμαι»
στο «θυμάμαι με ευγνωμοσύνη».
Να επιτρέπουμε στα σημάδια να γίνουν σοφία,
στις απώλειες να γίνουν δάσκαλοι,
και στις αναμνήσεις να γίνουν
μια πηγή ειρήνης, ηρεμίας και γαλήνης.

Γιατί τίποτα αληθινό δεν χάνεται.
Απλώς αλλάζει μορφή
και βρίσκει νέα θέση μέσα στην καρδιά μας.

✍️ F. Sgaravatti

20/11/2025

Ήταν κάποτε ένα κοριτσάκι. Ένα μικρό σώμα γεμάτο φως, που μια μέρα φόρεσε το αγαπημένο του φόρεμα. Το ύφασμα έλαμπε πάνω της, σαν να αναγνώριζε κάτι: τη χαρά της, τη ζωντάνια της, την αθωότητα που ήθελε απλώς να υπάρξει. Την είδαν. Και αντί να χαρούν μαζί της, κάποιοι της είπαν να κρύβεται. «Πρόσεχε», «μη γίνεσαι στόχος», «μην προκαλείς». Λόγια που έμοιαζαν με συμβουλές, αλλά μπήκαν βαθιά σαν σκιές.

Και έτσι, χωρίς να το καταλάβει, το κοριτσάκι έμαθε να διπλώνει τη λάμψη του. Έμαθε να προσέχει πού βάζει τα χέρια της, πώς κάθεται, τι φοράει, πώς γελάει. Έμαθε ότι η ομορφιά της είναι κάτι επικίνδυνο. Ότι η θηλυκότητά της θέλει έλεγχο, προσοχή, φρένο.

Μεγάλωσε — τουλάχιστον στο σώμα. Μα μέσα της κουβαλούσε εκείνο το κοριτσάκι που νόμιζε πως για να είναι ασφαλές πρέπει να μικραίνει. Να γίνεται λιγότερη. Να σκεπάζει ό,τι είναι όμορφο πάνω της για να μην το παρερμηνεύσουν, για να μην τη θεωρήσουν υπεύθυνη για τα μάτια που δεν ξέρουν να σέβονται.

Και τώρα… τώρα είσαι γυναίκα. Θηλυκή, γοητευτική, όμορφη με τον τρόπο που δεν χρειάζεται στολίδια για να φανεί — όμορφη γιατί είσαι αληθινή. Αλλά κάθε φορά που πας να αγγίξεις τη θηλυκότητά σου, νιώθεις εκείνο το παλιό χέρι να σε τραβάει πίσω: «Μη». «Κρύψου». «Πρόσεξε».

Κάθε φορά που αφήνεις τα μαλλιά να πέσουν όπως θέλουν, που φοράς κάτι που σε κάνει να νιώθεις ζωντανή, που περπατάς με βήμα σταθερό και αληθινό… κάτι μέσα σου σφίγγεται. Κάτι σου λέει ότι ίσως δεν επιτρέπεται. Ότι ίσως δεν είναι ασφαλές να είσαι ο εαυτός σου ολοκληρωτικά. Κι όμως — βαθιά μέσα σου, μια άλλη φωνή αρχίζει να δυναμώνει. Μια φωνή που δεν είναι φόβος αλλά μνήμη: όχι εκείνη η μνήμη της ντροπής, αλλά η πιο παλιά, η πρώτη, η αρχική — εκείνη της χαράς, της αθωότητας, της ελευθερίας.

Αυτή η φωνή σου θυμίζει ότι δεν γεννήθηκες για να κρύβεσαι. Γεννήθηκες για να είσαι. Να υπάρχεις στη λάμψη σου χωρίς να την απολογείσαι. Να ντύνεσαι όπως νιώθεις, να κινείσαι όπως θέλεις, να γελάς όπως ανασαίνεις. Και όσο κι αν είναι βαθιά η συνήθεια του φόβου, η αλήθεια είναι ακόμα βαθύτερη: η θηλυκότητά σου δεν είναι κίνδυνος — είναι δύναμη. Δεν είναι πρόκληση — είναι παρουσία. Δεν είναι απειλή — είναι δώρο.

Και ίσως δεν χρειάζεται να παλέψεις πια. Ίσως χρειάζεται μόνο να αγκαλιάσεις εκείνο το κοριτσάκι, να το πάρεις από το χέρι, και να του πεις: «Δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε άλλο. Ήρθε η ώρα να έρθουμε στο φως».

Αγγελική Μπολουδάκη

20/11/2025

Να βγάζεις τον ρόλο από πάνω σου…
σαν να τραβάς αργά ένα ρούχο που κόλλησε στο δέρμα σου με τα χρόνια.
Να προσπαθείς να λειτουργήσεις αλλιώς, ενώ όλη σου η ιστορία σε έχει μάθει να κινείσαι σε μια συγκεκριμένη τροχιά.
Και κάθε φορά που πας να αλλάξεις πορεία, κάτι μέσα σου να σε τραβά πίσω, στο γνώριμο, στο παλιό, στο ασφαλές – όσο κι αν δεν ήταν πραγματικά δικό σου.

Να δίνεις μικρούς και μεγάλους αγώνες για να περπατήσεις τον δικό σου δρόμο.
Έναν δρόμο που κανείς δεν σου έδειξε, που δεν τον βρήκες σε χάρτες άλλων, που πρέπει να τον χαράξεις με τα ίδια σου τα βήματα.
Να προσπαθείς να μείνεις πιστός στα χρώματα της προσωπικότητάς σου, σε αυτά τα χρώματα που ίσως χρόνια ολόκληρα φοβόσουν να δείξεις.
Και ξαφνικά, μέσα σε όλη αυτή τη διαδρομή, να νιώθεις μια απρόσμενη νοσταλγία για κομμάτια του εαυτού σου που ποτέ δεν ήταν δικά σου — μόνο δανεικά, μόνο ρόλοι που φόρεσες για να χωρέσεις.

Να σε κυκλώνουν οι ενοχές…
που ξεστρατίζεις από τα συνηθισμένα,
που δεν ακολουθείς πια αυτά που οι άλλοι μιμήθηκαν,
που σταματάς να αναπαράγεις μια κληρονομιά συμπεριφορών που δεν σε εξέφρασε ποτέ.
Να φοβάσαι μήπως πονέσεις άλλους, μήπως τους αφήσεις πίσω, μήπως η αλήθεια σου γίνει αιτία να ραγίσουν σχέσεις, συνήθειες, βεβαιότητες.

Και όμως, μέσα σε αυτό τον φόβο, να ανθίζει μια λεπτή, γλυκιά χαρά:
η χαρά της αποκάλυψης του εαυτού σου.
Σαν να σηκώνεται ένα πέπλο από τα μάτια σου και να βλέπεις πρώτη φορά καθαρά – ποιος είσαι, τι χρειάζεσαι, πού θέλεις να πας.

Να οδηγείσαι στο φως, με διστακτικά αλλά τίμια βήματα.
Και ταυτόχρονα, να σκύβεις μέσα σου και να αντικρίζεις παλιές πλευρές, παλιά τραύματα, παλιές φωνές που επιμένουν να σε κρατούν πίσω.
Να χρειάζεται να τις αγκαλιάσεις μια τελευταία φορά πριν τις αφήσεις να φύγουν.
Γιατί δεν μπορείς να πας στο καινούργιο κουβαλώντας όλο το παλιό.
Γιατί η εξέλιξη δεν είναι μόνο κίνηση μπροστά — είναι και αποχαιρετισμός.

Κι ίσως εκεί, σε εκείνη τη λεπτή, εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στο φως και τη σκιά,
εκεί να συναντάς τον πιο αληθινό σου εαυτό.
Αυτόν που φοβάται και προχωρά,
που πονά και μεταμορφώνεται,
που αφήνει και αποκτά,
που γκρεμίζει και χτίζει.

Αυτόν που, για πρώτη φορά, σου ανήκει πραγματικά.

Αγγελική Μπολουδάκη

20/11/2025

Πώς άραγε νιώθει ένας γονιός όταν το παιδί του εκφράζει τα συναισθήματά του;
Όταν το βλέπει να ονοματίζει αυτό που συμβαίνει μέσα του, να δίνει χώρο στη λύπη, στη χαρά, στον φόβο, στον ενθουσιασμό;
Συχνά, νιώθει συγκίνηση. Ένα απαλό θαύμα: «Αυτό το παιδί εμπιστεύεται τον κόσμο αρκετά ώστε να ανοιχτεί».
Και μαζί με τη συγκίνηση, νιώθει και κάτι ακόμη — μια ήρεμη υπερηφάνεια. «Ίσως κάτι έκανα σωστά. Ίσως εδώ, μαζί μου, νιώθει ασφαλές».

Και όμως, βαθιά μέσα του μπορεί να εμφανίζεται και ένας δεύτερος, πιο προσωπικός απόηχος:
Πώς νιώθει όταν θυμάται ότι εκείνος, όταν ήταν παιδί, δεν είχε αυτή την πολυτέλεια;
Όταν εκείνο το παιδί–ο ίδιος–έπρεπε να κρύβεται, να σιωπά, να σφίγγει τα χείλη, να “μην κάνει φασαρία”, να “μην είναι υπερευαίσθητο”, να “είναι δυνατό”;

Τότε γεννιέται ένα παράξενο, αντιφατικό συναίσθημα. Από τη μία ζεστασιά, υπερηφάνεια, χαρά. Από την άλλη, ένας λεπτός πόνος — όχι για το σήμερα, αλλά για το χθες.
Σαν να βλέπει μπροστά του την εκδοχή ενός παιδιού που θα ήθελε να ήταν, αλλά δεν μπόρεσε.
Σαν να συνειδητοποιεί ότι το παιδί του δεν είναι μόνο παιδί του, είναι και μια υπόμνηση της δικής του ανείπωτης παιδικής φωνής.

Πώς νιώθει όταν βλέπει στο παιδί του πλευρές του εαυτού του που εκείνος δεν τόλμησε να ξεδιπλώσει;
Ελευθερία. Αυθεντικότητα. Τόλμη.
Και δίπλα σε αυτά, μια παράξενη νοσταλγία για κάτι που ποτέ δεν έζησε.
Ίσως και λίγη ζήλια, όχι για το ίδιο το παιδί — αλλά για εκείνον τον μικρό εαυτό μέσα του που δεν είχε κάποιον να του πει: «Είσαι ασφαλής. Μπορείς να νιώθεις».

Και ταυτόχρονα μια βαθιά ανακούφιση: «Τουλάχιστον μπορώ να το δώσω τώρα. Τουλάχιστον ο κύκλος δεν θα συνεχιστεί».
Είναι το αθόρυβο θεραπευτικό έργο της γονεϊκότητας — να προσφέρεις σε ένα άλλο πλάσμα ό,τι δεν είχες εσύ. Και μέσα από αυτό, παράξενα και αθόρυβα, να επουλώνεις και τον εαυτό σου.

Πώς νιώθει όταν βλέπει ότι, ενώ εκείνος κάποτε περιορίστηκε, το παιδί του δεν φοβάται;
Ότι δείχνει κάθε πλευρά του εαυτού του με ελευθερία;
Ακόμη και τις δύσκολες, τις βαθιές, τις επώδυνες;
Νιώθει πως επιτέλους κάτι βρίσκει τη θέση του στον κόσμο. Νιώθει ότι το παιδί του δεν κουβαλά το βάρος που κουβαλούσε εκείνος.
Και ίσως μέσα από αυτή τη διαφορά, αναγνωρίζει τη δική του αξία ως γονιός — όχι γιατί είναι τέλειος, αλλά γιατί κατάφερε να δημιουργήσει έναν ασφαλή χώρο.

Αν μπαίναμε στη θέση του γονιού, θα νιώθαμε ένα μείγμα:
αγάπη, συγκίνηση, υπερηφάνεια, αλλά και έναν γλυκό πόνο — έναν αποχαιρετισμό στην παιδική εκδοχή του εαυτού μας που δεν πρόλαβε να ανθίσει.

Κι αν μπαίναμε στη θέση του παιδιού;
Θα νιώθαμε ότι μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς φόβο.
Ότι ο κόσμος δεν είναι εχθρός των συναισθημάτων μας.
Ότι κάποιος —μα πραγματικά— αντέχει να μας βλέπει ολόκληρους.
Και αυτή η αίσθηση είναι ανεκτίμητη: δημιουργεί ανθρώπους που δεν χρειάζεται να σπάσουν για να τους δει κανείς. Ανθίζουν πρώτα.

Κι ίσως τελικά αυτό να είναι το δώρο μιας υγιούς σχέσης γονιού–παιδιού:
ο γονιός θεραπεύει ένα κομμάτι του παρελθόντος του, το παιδί προστατεύεται για το μέλλον του,
και οι δύο μαθαίνουν την ίδια αλήθεια από διαφορετική πλευρά:
ότι τα συναισθήματα, όταν έχουν χώρο, είναι ζωή.

Αγγελική Μπολουδάκη

19/11/2025

Μπορεί να έχετε ακούσει ότι «πρέπει να αφήσουμε πίσω μας την ιστορία του τραύματος». Όμως η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη: το τραύμα δεν είναι μόνο μια ιστορία στο μυαλό ή κάποιες σκέψεις που μπορούμε απλά να αλλάξουμε. Είναι βαθιά χαραγμένο στο σώμα και στον εγκέφαλο, επηρεάζει τον τρόπο που νιώθουμε, κινούμαστε και συνδεόμαστε με τους άλλους. Το τραύμα αφήνει ίχνη στη φυσιολογία μας, στις μνήμες μας και στις σχέσεις μας – δεν είναι μόνο θέμα σκέψεων ή πεποιθήσεων.

Για παράδειγμα, μπορεί να νιώθετε ένταση στον λαιμό ή στο στήθος όταν θυμάστε κάτι που σας πλήγωσε. Ή ίσως να έχετε δυσκολία να εμπιστευτείτε ανθρώπους ακόμη και όταν γνωρίζετε ότι είναι καλοί και φιλικοί. Αυτό δεν σημαίνει ότι «μένετε κολλημένοι» ή ότι φταίτε για τον πόνο σας – είναι το σώμα σας που καταγράφει και επεξεργάζεται την εμπειρία.

Όταν κάποιος ακόμα πονάει, το νευρικό του σύστημα προσπαθεί να ολοκληρώσει ατελείς διαδικασίες προστασίας και σύνδεσης. Σκεφτείτε, για παράδειγμα, ένα παιδί που μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον αβέβαιο ή επικριτικό: μπορεί να νιώθει μια μόνιμη επαγρύπνηση, να δυσκολεύεται να χαλαρώσει ή να απολαύσει την παρέα άλλων ανθρώπων. Η ντροπή ή η αυτοκατηγορία για το ότι «μένουμε κολλημένοι στο παρελθόν» μόνο εντείνει αυτή την ένταση.

Η πραγματική επούλωση δεν έρχεται από το να προσπαθούμε να ξεχάσουμε τον πόνο ή να «αφήσουμε πίσω» την ιστορία μας. Έρχεται από το να φέρνουμε τις εμπειρίες και τις μνήμες μας στη συνείδηση με ασφάλεια, με τρόπο που το σώμα και το μυαλό μπορούν να τις επεξεργαστούν. Αυτό συχνά χρειάζεται την παρουσία ανθρώπων που εμπιστευόμαστε, που μπορούν να μας βοηθήσουν να ηρεμήσουμε μαζί τους, όχι μόνο να σκεφτούμε ή να αναλύσουμε την κατάσταση. 👥

Για παράδειγμα, μπορεί να μοιραστείτε ένα δυσάρεστο συναίσθημα με έναν φίλο ή θεραπευτή και απλώς να σας ακούσει χωρίς να σας κρίνει. Μπορεί να νιώσετε πως μπορείτε να αναπνεύσετε πιο βαθιά, πως η καρδιά σας χαλαρώνει λίγο, και εκείνη η ένταση που υπήρχε στο σώμα σας αρχίζει να μαλακώνει. Αυτή η ήρεμη παρουσία ενός άλλου ατόμου επιτρέπει στο νευρικό σας σύστημα να ηρεμήσει και να αρχίσει να επεξεργάζεται όσα συνέβησαν.

Όταν μοιράζεστε μια παλιά σας θλίψη με έναν φίλο και σας ακούει με προσοχή, ίσως νιώσετε ότι το στήθος σας ανοίγει λίγο και η ένταση φεύγει.

Όταν περπατάτε στη φύση και παρατηρείτε τη γη, τα δέντρα και τον ήλιο, το σώμα σας μπορεί να αρχίσει να ηρεμεί, σαν να λέει: «Εδώ είμαι ασφαλής».

Όταν γράφετε σε ένα ημερολόγιο ή ζωγραφίζετε τα συναισθήματά σας, μπορεί να νιώσετε ότι κάτι που ήταν βαρύ μέσα σας αρχίζει να «αναπνέει».

Υπάρχει μεγάλη αξία στο να παρατηρούμε πότε «κολλάμε» σε παλιές ιστορίες, αλλά η αλλαγή δεν προκύπτει από την άρνηση ή την προσπάθεια να «ξεφύγουμε» από το τραύμα. Προκύπτει όταν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να βιώσει τα συναισθήματα με ασφάλεια, να τα μοιραστεί, να τα νιώσει και να τα κατανοήσει χωρίς ντροπή ή ενοχή. Τότε το σώμα και ο νους μπορούν να ηρεμήσουν και η ιστορία αλλάζει φυσικά – όχι επειδή την εξαναγκάσαμε, αλλά επειδή την έχουμε ενσωματώσει και κατανοήσει.

Η θεραπεία δεν σημαίνει να ξεχάσουμε ή να αγνοήσουμε τον πόνο. Σημαίνει να τον νιώσουμε, να τον κατονομάσουμε, και να τον ζήσουμε με ασφάλεια και φροντίδα, μέσα σε σχέσεις εμπιστοσύνης. Για παράδειγμα, αν έχετε νιώσει προδοσία ή απόρριψη, το να μιλήσετε γι’ αυτό με κάποιον που σας καταλαβαίνει, να νιώσετε ότι σας ακούει και σας βλέπει, μπορεί να φέρει ανακούφιση και να μειώσει τη συνεχή ένταση στο σώμα.

Όταν αυτό συμβαίνει, το τραύμα χάνει την ισχύ του, και η ιστορία μας γίνεται πηγή δύναμης και σοφίας, όχι φόβου ή ντροπής. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, μπορούμε να ξαναβρούμε την αίσθηση ασφάλειας, σύνδεσης και ελευθερίας μέσα στη ζωή μας.

Αγγελική Μπολουδάκη

19/11/2025

Ο φόβος της οικειότητας πολύ συχνά γεννιέται από αγάπη που κάποτε πόνεσε, από σχέσεις που ήταν μπερδεμένες, ή από συναισθήματα που δεν είχαν χώρο.

Ο άνθρωπος που έμαθε από μικρός να είναι “δυνατός”, “ήρεμος”, “σωστός”, “αυτοελεγχόμενος” μάλλον:

δεν είχε χώρο να εκφράσει φόβο,

ίσως δεν μπορούσε να βασιστεί απόλυτα σε κανέναν,

ή έμαθε ότι τα βαθιά συναισθήματα μπερδεύουν, πληγώνουν ή οδηγούν σε αναστάτωση.

Άρα το μήνυμα που σχηματίστηκε μέσα του ήταν:

«Αν χαλαρώσω, θα πληγωθώ.
Αν δείξω τι νιώθω, ίσως με απορρίψουν.
Αν χρειαστώ κάποιον, ίσως δεν είναι εκεί.»

Για έναν άνθρωπο με τέτοια ιστορία, η οικειότητα δεν είναι “γλυκιά” με την πρώτη.
Είναι επικίνδυνη με την έννοια του παλιού κινδύνου — όχι του πραγματικού.

Κάποιοι άνθρωποι μπορεί να μεγάλωσαν σε περιβάλλον:

απρόβλεπτο,

συναισθηματικά ασταθές,

με ενήλικες που άλλαζαν διάθεση ξαφνικά,

ή με έλλειψη σταθερότητας και ασφάλειας.

Τότε το παιδί μαθαίνει:

«Αν δεν ελέγχω ό,τι μπορώ, δεν θα αντέξω.»

Και αυτό γίνεται τρόπος επιβίωσης.
Όταν ενηλικιωθεί, τον κουβαλά μαζί του — όχι επειδή το χρειάζεται πια, αλλά επειδή είναι οικείος.

Η οικειότητα έχει μια ιδιότητα:

φέρνει κοντά,

ανοίγει πόρτες,

δημιουργεί απρόβλεπτα συναισθήματα,

ξεσκεπάζει αλήθειες,

ζητάει να δείξεις ποιος είσαι, όχι ποιος φαίνεσαι.

Για κάποιον που έχει στηριχτεί στον έλεγχο σαν σωσίβιο, αυτό είναι τρομακτικό.

Είναι σαν το ασυνείδητο να λέει:

«Μα αν σε αφήσω να με δεις, θα με δεις όλο.
Και δεν είμαι σίγουρος ότι αντέχω να με δεις όλο.»

Ο φόβος της οικειότητας σχεδόν ποτέ δεν αφορά το παρόν.
Αφορά το παρελθόν που ξυπνά.

Όταν κάποιος πλησιάζει τρυφερά, το σώμα θυμάται:

τη στιγμή που χρειάστηκε και δεν τον άκουσαν,

τη στιγμή που άνοιξε και πλήγωσε,

τη στιγμή που εξαρτήθηκε και απογοητεύτηκε.

Γι’ αυτό ο φόβος είναι τόσο έντονος:
Δεν παλεύει με το τώρα. Παλεύει με τότε.

Η οικειότητα φοβάται γιατί κάποτε πόνεσε. Αυτό δεν αλλάζει μόνο και μόνο επειδή το καταλαβαίνουμε.
Η κατανόηση δεν εξαφανίζει τον φόβο, απλώς τον φωτίζει.

Κάποιος μπορεί να γνωρίζει πολύ καλά ότι ο άλλος δεν είναι απειλή.
Κι όμως το σώμα να αντιδρά σαν να είναι.
Η καρδιά να σφίγγεται.
Το στομάχι να τραβιέται.
Το ένστικτο να φωνάζει “μακριά”.

Και αυτό δεν είναι λάθος. Ούτε αδυναμία.
Είναι το αποτύπωμα του παρελθόντος που δεν πέρασε χωρίς συνέπειες.

Για μερικούς ανθρώπους, η οικειότητα δεν είναι απλώς “όμορφη” ή “δύσκολη”.
Είναι πεδίο όπου συναντιούνται:

η επιθυμία για σύνδεση
και

ο φόβος ότι η σύνδεση κοστίζει.

Αυτό είναι ένα σταυροδρόμι χωρίς εύκολη λύση.
Κάποιος μπορεί να μείνει εκεί για χρόνια — ανάμεσα στην ανάγκη να πλησιάσει και στην ανάγκη να προστατευτεί.

Και καμιά φορά, το μοναδικό αληθινό πράγμα που μπορεί να κάνει,
είναι να σταθεί μέσα σε αυτή την αντίφαση.
Να αντέξει την ταλάντωση.
Να παραδεχτεί ότι η οικειότητα τον έλκει και τον τρομάζει ταυτόχρονα.
Ότι θέλει να αφεθεί, αλλά δεν του βγαίνει ακόμη.
Ότι θυμάται πράγματα που δεν επέλεξε να θυμάται.

Δεν υπάρχει υποχρέωση να το ξεπεράσει, ούτε βιασύνη να το αλλάξει.
Υπάρχει μόνο η πραγματικότητα αυτού που νιώθει.

Και μερικές φορές, αυτό αρκεί:
να πει κάποιος την αλήθεια του,
να την αντέξει,
και να μείνει εκεί για όσο χρειάζεται — χωρίς να την κρύβει πια ούτε από τον εαυτό του.

Αγγελική Μπολουδάκη

19/11/2025

Πραγματική σχέση ή Ναρκισσιστική έλξη

Πώς τις ξεχωρίζουμε στην πράξη;

1. Στην πραγματική σχέση υπάρχει χώρος για δύο, στη ναρκισσιστική έλξη υπάρχει χώρος για την εικόνα

Σε μια ώριμη σχέση, δύο άνθρωποι συναντιούνται με τις ανάγκες, τις αδυναμίες, τις φοβίες και τις επιθυμίες τους.
Υπάρχει συνάντηση.

Στη ναρκισσιστική έλξη, δεν υπάρχει συνάντηση.
Υπάρχει καθρέφτισμα:
ο άλλος δεν αγαπιέται για αυτό που είναι, αλλά για αυτό που δείχνει, για αυτό που εκφράζει, για αυτό που μας κάνει να νιώθουμε.

Πραγματική σχέση: Σε βλέπω.
Ναρκισσιστική έλξη: Σε χρησιμοποιώ για να βλέπω εμένα.

2. Στην πραγματική σχέση αντέχει η αμφιθυμία, στη ναρκισσιστική έλξη δεν αντέχεται ούτε η σκιά

Σε μια ώριμη σχέση μπορώ να θυμώσω χωρίς να φοβάμαι ότι σε χάνω.
Μπορώ να απογοητευτώ χωρίς να σε διαλύω.

Στη ναρκισσιστική έλξη, η παραμικρή ατέλεια του άλλου είναι απειλή:
η παραμικρή κριτική, η μικρή απόσταση, η διαφοροποίηση.

Πραγματική σχέση: Μπορώ να σ' αγαπώ και να σε μαλώνω.
Ναρκισσιστική έλξη: Ή σε λατρεύω ή σε εξαφανίζω.

3. Στην πραγματική σχέση υπάρχει προσφορά, στη ναρκισσιστική έλξη υπάρχει κατανάλωση

Σε μια ώριμη σχέση, και οι δύο θέλουν να χτίσουν.
Δίνουν χρόνο, ενέργεια, φροντίδα.

Στη ναρκισσιστική έλξη, ο άλλος πρέπει να γεμίζει κενά:
να επιβεβαιώνει, να θαυμάζει, να ησυχάζει το άγχος, να κρατάει ψηλά την εικόνα.

Πραγματική σχέση: Δίνω και παίρνω.
Ναρκισσιστική έλξη: Παίρνω — και αν δεν δώσεις αυτό που θέλω, σε ακυρώνω.

4. Στην πραγματική σχέση υπάρχει εξέλιξη, στη ναρκισσιστική έλξη υπάρχει φαύλη επανάληψη

Οι πραγματικές σχέσεις φέρνουν ωρίμανση:
μαθαίνουμε, αλλάζουμε, οργανώνουμε τον εαυτό μας καλύτερα.

Η ναρκισσιστική έλξη κάνει κύκλους:
ένταση, λατρεία, απογοήτευση, κρίση, φευγαλέα επανασύνδεση, ξανά πόνος.

Είναι μια μορφή ψυχικής ανακύκλωσης.

Πραγματική σχέση: Πάμε κάπου.
Ναρκισσιστική έλξη: Γυρνάμε γύρω από τον ίδιο πόνο.

5. Στην πραγματική σχέση υπάρχει πραγματικός άλλος, στη ναρκισσιστική έλξη υπάρχει φαντασίωση

Στην ώριμη σχέση αγαπάμε έναν συγκεκριμένο άνθρωπο, με σώμα, ιστορία, δυσκολίες και όρια.

Στη ναρκισσιστική έλξη αγαπάμε κάτι άλλο:
μια εικόνα, έναν ρόλο, μια υπόσχεση, μια προβολή.

Όταν δούμε τον πραγματικό άνθρωπο, απογοητευόμαστε, θυμώνουμε ή απομακρυνόμαστε.
Γιατί ο σκοπός δεν ήταν η συνάντηση, ήταν το καθρέφτισμα.

6. Στην πραγματική σχέση υπάρχει αλήθεια, στη ναρκισσιστική έλξη υπάρχει σκηνοθεσία

Στην πραγματική σχέση μπορούμε να είμαστε αυθεντικοί.

Στη ναρκισσιστική έλξη παίζουμε ρόλους:

τον τέλειο

τον σωτήρα

τον «πάντα διαθέσιμο»

τον «πάντα τραυματισμένο»

τον «ιδανικό σύντροφο»

Όσο πιο έντονος ο ρόλος, τόσο πιο αδύναμη η σχέση.

Πραγματική σχέση: Είμαι αυτός που είμαι.
Ναρκισσιστική έλξη: Είμαι αυτό που θες να δεις — για να σε κρατήσω.

7. Στην πραγματική σχέση υπάρχει κοινή κατεύθυνση, στη ναρκισσιστική έλξη υπάρχει μόνο έλξη

Όταν δύο άνθρωποι θέλουν σχέση, τότε:

ακούγονται

σκέφτονται

δοκιμάζουν

διορθώνουν

πονάνε αλλά συνεχίζουν

χτίζουν κάτι κοινό

Στη ναρκισσιστική έλξη υπάρχει πάθος, φόβος, ένταση, χημεία —
αλλά όχι κοινή πρόθεση.

Η έλξη είναι ισχυρή, αλλά δεν έχει προσανατολισμό.
Σαν καταιγίδα: δυνατή, εντυπωσιακή, αλλά δεν χτίζει τίποτα.

Ο πιο σύντομος τρόπος να τα ξεχωρίσετε:

Η πραγματική σχέση σας μεγαλώνει.
Η ναρκισσιστική έλξη σας μικραίνει.

Ή αλλιώς:

Στην πραγματική σχέση είμαι ο εαυτός μου.
Στη ναρκισσιστική έλξη είμαι το σύμπτωμά μου.

Αγγελική Μπολουδάκη

18/11/2025

Η αμφιθυμία —η ικανότητα να αγαπάμε και ταυτόχρονα να θυμώνουμε με το ίδιο πρόσωπο— είναι ίσως το πιο ανθρώπινο στοιχείο της ψυχής. Δείχνει ότι μπορούμε να βλέπουμε τον άλλον όχι σαν φαντασίωση ή καθρέφτη, αλλά σαν πραγματικό άνθρωπο: ατελή, ανεξάρτητο, διαθέσιμο για αλήθεια.

Στις ανώριμες μορφές δεσμού, ο άλλος πρέπει είτε να εξιδανικεύεται είτε να απορρίπτεται. Η παραμικρή απογοήτευση μοιάζει με κατάρρευση. Ο θυμός φοβίζει, η τρυφερότητα απειλεί, η αλήθεια πονάει. Έτσι γεννιούνται σχέσεις που βασίζονται στην ανάγκη και όχι στη συνάντηση.

Η αμφιθυμία όμως επιτρέπει το αντίθετο:
να υπάρχουμε δίπλα σε έναν άλλον άνθρωπο χωρίς να ζητούμε να είναι τέλειος,
να ανεχόμαστε την πολυπλοκότητα της σχέσης χωρίς να χάνουμε τη σταθερότητά μας,
να αγαπάμε χωρίς να τυφλωνόμαστε και να θυμώνουμε χωρίς να καταστρέφουμε.

Αυτή η ικανότητα δεν μας κάνει να μένουμε σε οποιαδήποτε σχέση. Μας επιτρέπει να βλέπουμε καθαρά ποια σχέση αξίζει.

Πότε μια σχέση αξίζει την προσπάθεια;

Δεν αξίζει επειδή δεν έχει συγκρούσεις. Δεν αξίζει επειδή μοιάζει ιδανική. Δεν αξίζει επειδή «έτσι πρέπει».

Αξίζει όταν ο άνθρωπος απέναντί μας:

είναι διαθέσιμος για πραγματική σχέση, όχι μόνο για ρόλο, εξιδανίκευση ή επιβεβαίωση,

αντέχει την αλήθεια, μπορεί να μιλήσει, να σκεφτεί, να ακούσει,

αναλαμβάνει ευθύνη, χωρίς να μεταθέτει τα πάντα πάνω μας,

αντέχει τη δική μας αμφιθυμία, χωρίς να πανικοβάλλεται ή να μας τιμωρεί,

μοιράζεται την πρόθεση να χτίσουμε κάτι μαζί, έστω και ατελώς.

Η κοινή «αντίληψη της σχέσης» δεν σημαίνει ομοιότητα χαρακτήρων ή απόλυτο ταίριασμα.
Σημαίνει ότι και οι δύο έχουμε την ικανότητα να συναντιόμαστε στη μέση:
με λόγια, με ευθύνη, με προθυμία, με εντιμότητα.

Σε αυτήν την περίπτωση, η αμφιθυμία δεν μας μπερδεύει.
Μας ξεκαθαρίζει.

Γιατί όταν αντέχω την αμφιθυμία, τότε:

δεν εξιδανικεύω γρήγορα,

δεν τυφλώνομαι από την ανάγκη,

δεν δικαιολογώ ό,τι με πληγώνει,

δεν μένω από φόβο και δεν φεύγω από πανικό,

δεν παραμορφώνω τον άλλον για να ταιριάξει στο κενό μου.

Τότε μπορώ να δω την πραγματικότητα:
αν αυτός ο άνθρωπος θέλει, μπορεί και αντέχει να συναντηθούμε.
Και το ίδιο απαιτώ και από τον εαυτό μου.

Πότε μια σχέση δεν αξίζει;

Όταν χρειάζεται να μικρύνω για να χωρέσω.
Όταν η φωνή μου δεν έχει χώρο.
Όταν η ευθύνη γίνεται μονόπλευρη.
Όταν η αγάπη χρειάζεται εξιδανίκευση για να επιβιώσει.
Όταν ο άλλος δεν αντέχει ούτε τη δική του ούτε τη δική μας αμφιθυμία.

Η ωριμότητα δεν φαίνεται στο πόσο αντέχω.
Φαίνεται στο πού επιλέγω να αντέχω.

Η απλή, ουσιαστική αλήθεια είναι ότι η αμφιθυμία δεν είναι ο λόγος που μένουμε ή φεύγουμε.
Είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπουμε καθαρά.
Μας επιτρέπει να αγαπάμε χωρίς να κρυβόμαστε και να θυμώνουμε χωρίς να διαλύουμε.

Και μέσα σε αυτή τη διαύγεια μπορούμε να επιλέγουμε ανθρώπους που δεν μας ζητούν να τους λατρέψουμε ή να τους διορθώσουμε, αλλά να συναντηθούμε.
Ανθρώπους που δεν υπόσχονται τελειότητα, αλλά παρουσία.
Ανθρώπους που δεν φοβούνται την αλήθεια — ούτε τη δική μας ούτε τη δική τους.

Μόνο εκεί μια σχέση έχει πραγματικό μέλλον.
Μόνο εκεί η προσπάθεια είναι κοινή.
Μόνο εκεί η αμφιθυμία γίνεται γέφυρα αντί για φόβο.

Και μόνο εκεί η αγάπη γίνεται αληθινή.

Αγγελική Μπολουδάκη

18/11/2025

Όταν μιλά η αταξία, η τάξη να σωπαίνει. Έχει μεγάλη πείρα ο χαμός.
Κική Δημουλά

Ήταν κάποτε ένας άνθρωπος που ζούσε σε ένα σπίτι όμορφο και τακτοποιημένο.
Κάθε τι είχε τη θέση του.
Τα ράφια ήταν ευθυγραμμισμένα, τα συρτάρια καθαρά, τα πατώματα πάντα λαμπερά.
Όποιος έμπαινε μέσα θα έλεγε:
«Τι υπέροχη οργάνωση! Τι ηρεμία!»

Όμως κανείς δεν ήξερε ότι υπήρχε ένα δωμάτιο στο τέλος του διαδρόμου, με μια παλιά πόρτα, που ο άνθρωπος αυτός δεν άνοιγε ποτέ.
Ούτε ο ίδιος.
Ειδικά ο ίδιος.

Δεν θυμόταν καν τι υπήρχε μέσα.
Μόνο που, κάπως, πάντα ένιωθε ότι αν άνοιγε εκείνη την πόρτα, κάτι θα ξεχυνόταν έξω, κάτι που δεν θα μπορούσε να ελέγξει.
Κι έτσι, το σπίτι έμενε πεντακάθαρο και το δωμάτιο έμενε κλειδωμένο.

Κάθε τόσο, όμως, από το μέσα μέρος της πόρτας ακουγόταν ένας μικρός θόρυβος.
Ένας απαλός παλμός.
Μια ανάσα.
Μια υπενθύμιση ότι εκεί μέσα υπήρχε κάτι ζωντανό.
Κάτι που περίμενε χρόνια ολόκληρα.

Για να μην ακούει τον θόρυβο, ο άνθρωπος ασχολιόταν διαρκώς με το σπίτι:
ξεσκόνιζε, ευθυγράμμιζε, καθάριζε, αναδιοργάνωνε.
Κάθε μέρα.
Κάθε ώρα.
Κάθε λεπτό.
Όσο πιο πολύ κούραζε τα χέρια του, τόσο λιγότερο άκουγε την πόρτα στο πίσω μέρος του μυαλού του.

Μέχρι που μια μέρα μπήκε στο σπίτι ένας φίλος.
Όχι αδιάκριτος, ούτε πιεστικός.
Απλώς κάποιος που νοιαζόταν.

Κοίταξε γύρω του και είπε:

«Όμορφο το σπίτι σου. Αλλά… δεν χρειάζεται να είναι τέλειο για να σε αγαπήσει κανείς.»

Ο άνθρωπος χαμογέλασε αμήχανα.
Κανείς δεν του είχε πει ποτέ κάτι τέτοιο.

Τότε ο φίλος άφησε ένα φλιτζάνι στον πάγκο —έτσι, κάπως άτακτα— και ο ιδιοκτήτης ένιωσε τον χτύπο της καρδιάς του να ανεβαίνει.
Σαν το φλιτζάνι να απειλούσε την ισορροπία όλου του σπιτιού.

Αλλά ο φίλος δεν έκανε τίποτα φοβερό.
Παρέμεινε εκεί, ήρεμος.
Κι εκείνη τη στιγμή ο άνθρωπος άκουσε, πάλι, τον παλμό πίσω από την κλειστή πόρτα.

«Τι υπάρχει εκεί μέσα;» ρώτησε ο φίλος.

Ο άνθρωπος σκέφτηκε να πει “τίποτα”, αλλά για πρώτη φορά, κάτι μέσα του κουράστηκε να προσποιείται.

«Δεν ξέρω. Φοβάμαι να δω.»

Ο φίλος δεν προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα.
Απλώς κάθισε δίπλα του.

«Ό,τι κι αν έχει εκεί μέσα… δεν θα το δούμε σήμερα. Και δεν χρειάζεται.
Αλλά μπορείς να αρχίσεις να στέκεσαι λίγο πιο κοντά της.
Από δω ξεκινάει πάντα η αλλαγή.»

Ο άνθρωπος πήρε μια ανάσα και για πρώτη φορά πλησίασε λίγα βήματα την πόρτα, όχι για να την ανοίξει, αλλά για να μην τρέξει μακριά της.

Και κατάλαβε κάτι:
το δωμάτιο δεν τον μισούσε.
Δεν ήταν τέρας.
Ήταν απλώς ένα παλιό κομμάτι του σπιτιού —κάποτε παραμελημένο, ίσως γεμάτο σκόνη, ίσως γεμάτο μνήμες— που περίμενε να ακουστεί.

Κι έτσι, σιγά σιγά, μέρα με τη μέρα, χωρίς βία, χωρίς πίεση, άρχισε να συνηθίζει την ιδέα ότι η πόρτα δεν ήταν απειλή, αλλά πρόσκληση.

Μια πρόσκληση για περισσότερη γαλήνη…
κι όχι για περισσότερο φόβο.

`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````

Όταν κάποιος κρατά τη ζωή του υπερβολικά οργανωμένη, δεν είναι επειδή “αγαπά την τάξη”.
Πιο συχνά, είναι επειδή μέσα του υπάρχει ένα “κλειστό δωμάτιο” — κάποια εμπειρία, συναίσθημα ή φόβος που δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να ακουστεί.

Και η τάξη γίνεται τρόπος να κρατηθεί αυτή η πόρτα καλά κλειστή.

Η οικειότητα δεν ανοίγει αυτή την πόρτα με τη βία,
απλά βοηθά τον άνθρωπο να σταθεί πιο κοντά της χωρίς πανικό.

Το υπόλοιπο το κάνει ο ίδιος, με τον δικό του ρυθμό.

Το ότι κάποιος οργανώνει τα πάντα δεν σημαίνει ότι είναι “άκαμπτος” ή “ψυχρός”.
Συχνά σημαίνει ότι:

έχει υπάρξει πολύ γενναίος,

έχει χτίσει έξυπνες άμυνες,

έχει επιβιώσει από δύσκολες εσωτερικές εμπειρίες.

Η πορεία δεν είναι να “χαλάσει την τάξη”,
αλλά να γνωρίσει με ασφάλεια το εσωτερικό χάος ώστε να μην το φοβάται.

Όταν το χάος αποκτήσει όνομα, σχήμα, ιστορία και φωνή,
παύει να είναι τέρας.
Γίνεται κομμάτι του εαυτού που ζητά φροντίδα.

Αγγελική Μπολουδάκη

18/11/2025

Ο καθένας μας χρειάζεται μια δική του, υγιή μορφή επιθετικότητας. Όχι επιθετικότητα που πληγώνει, αλλά εκείνη τη δύναμη που μας βοηθά να λέμε «όχι», να προστατεύουμε τον εαυτό μας και να μην αφήνουμε τους άλλους να μας καθοδηγούν όπως θέλουν. Χωρίς αυτήν, κινδυνεύουμε να γίνουμε υπερβολικά υπάκουοι, να μην έχουμε άποψη και να κάνουμε πράγματα που δεν θέλουμε μόνο και μόνο για να μην δυσαρεστήσουμε κανέναν.

Μόνο όσοι δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να υποχωρεί συνεχώς στη θέληση των άλλων μπορούν πραγματικά να καλύψουν τις ανάγκες τους και να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους.

Για παράδειγμα:

Αν κάποιος στη δουλειά σου φορτώνει συνεχώς επιπλέον δουλειές και εσύ δεν λες τίποτα για να μην χαλάσεις την «εικόνα» του καλού συναδέλφου, στο τέλος εξαντλείσαι. Η υγιής επιθετικότητα σε βοηθά να πεις: «Δεν μπορώ να το αναλάβω αυτό τώρα, έχω ήδη αρκετές υποχρεώσεις».

Αν ένας φίλος σου ακυρώνει διαρκώς τα σχέδιά σας, μπορείς να του πεις: «Όταν κανονίζουμε κάτι, θέλω να μπορώ να βασιστώ σε αυτό. Αν δεν μπορείς, καλύτερα να μου το λες από πριν».

Αυτού του είδους η ειλικρίνεια δεν είναι κακία, είναι αυτοπροστασία.

Παρ' όλα αυτά, πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να εκφράσουν τέτοια διεκδικητικότητα. Έχουν μεγαλώσει με την ιδέα ότι πρέπει πάντα να είναι καλοί, ήρεμοι, ευγενικοί και "άγιοι". Πίστεψαν ότι ο θυμός, η διαφωνία ή τα όρια είναι κάτι κακό. Έτσι μάθανε να τα κρύβουν — και να τα κρύβουν τόσο καλά, που τελικά τα κρύβουν από τον ίδιο τους τον εαυτό.

Όμως κανείς δεν μπορεί να είναι αυθεντικός όταν προσπαθεί να έχει μόνο «όμορφες» σκέψεις και συναισθήματα. Είναι σαν να προσπαθείς να χαμογελάς ενώ μέσα σου βράζεις, αργά ή γρήγορα αυτό σε κουράζει, σε εξουθενώνει και σε απομακρύνει από τον εαυτό σου.

Η υγιής επιθετικότητα, λοιπόν, είναι απαραίτητη για να ζούμε αληθινά. Δεν σημαίνει ότι γινόμαστε αγενείς. Σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε τι νιώθουμε και το εκφράζουμε με σεβασμό — και προς τους άλλους και προς εμάς.

Μερικά απλά παραδείγματα αυτής της υγιούς στάσης:

«Δεν νιώθω άνετα με αυτό, θα προτιμούσα κάτι άλλο.»

«Δεν μπορώ να βοηθήσω αυτή τη στιγμή, αλλά μπορώ αργότερα.»

«Με στεναχωρεί όταν μιλάς έτσι, σε παρακαλώ μην το κάνεις.»

«Χρειάζομαι λίγο χρόνο μόνος μου τώρα.»

Αυτές οι φράσεις μπορεί να φαίνονται μικρές, αλλά χτίζουν μια ζωή όπου δεν χάνουμε τον εαυτό μας για να ικανοποιήσουμε τους άλλους. Μας επιτρέπουν να παραμείνουμε αληθινοί, ισορροπημένοι και σεβαστοί — πρώτα από τον εαυτό μας και μετά από τον κόσμο γύρω μας.

Αγγελική Μπολουδάκη

17/11/2025

Υπάρχουν στιγμές που αναρωτιέσαι: «Γιατί να μου συμβεί αυτό;» Στιγμές που θέλεις να κρυφτείς από κάτι μέσα σου, από μια πλευρά που δεν σου αρέσει, από ένα γεγονός που δεν είναι όπως θα ήθελες. Προσπαθείς να κρυφτείς γιατί φοβάσαι ότι το να νιώσεις θα σε κάνει αδύναμο/η, ότι θα λυγίσεις, ότι θα φανεί ότι δεν είσαι πέρα από φόβους, λάθη και πληγές. Όταν πιστεύεις ότι μπορείς να ελέγξεις τα πάντα, τότε δεν είσαι δυνατός/η, είσαι εύθραυστος/η. Όχι επειδή έχεις ρωγμές, αλλά επειδή προσποιείσαι ότι δεν έχεις καμία.

Ο φόβος ότι δεν θα έχεις αποδοχή, ότι δεν θα αρέσεις, σε ωθεί να σφίξεις τα τείχη γύρω σου. Και όταν αρνείσαι τις ρωγμές σου, γίνεσαι σκληρός/η χωρίς να είσαι δυνατός/η. Προσπαθείς να προστατευτείς, αλλά τελικά μένεις μόνος/η. Σιγά σιγά χάνεις την ευαισθησία που σε συνδέει με τη ζωή και σταδιακά σταματάς να αναγνωρίζεις μέσα σου το κομμάτι που ψάχνει ελπίδα, παρηγοριά, αληθινή σχέση, νόημα.

Χωρίς τις ρωγμές, δεν υπάρχει βάθος. Χωρίς αυτές, δεν υπάρχει συνάντηση. Δεν υπάρχει αλήθεια. Η αγάπη — σε οποιαδήποτε μορφή της — δεν φωλιάζει στην τελειότητα. Ζει μέσα στον άνθρωπο που τολμά να αφήσει τον άλλον να δει τα ευαίσθητα κομμάτια του, εκείνα που πονάνε, που τρέμουν, που θυμίζουν ότι είναι φτιαγμένος από σάρκα, καρδιά και ιστορία.

Οι ρωγμές είναι η γέφυρα προς την αλήθεια. Μέσα τους αναγνωρίζουμε ότι η ζωή δεν είναι μόνο επιτυχία ή δύναμη, είναι φόβος, αμφιβολία, αλήθεια, χαρά και πόνος μαζί. Δεν πλησιάζουμε τους ανθρώπους επειδή είναι άθραυστοι. Τους πλησιάζουμε επειδή αντέχουν να δείξουν τα σημεία που τρέμουν, και μέσα σε αυτήν την τρωτότητα ανακαλύπτουμε τον κοινό τόπο της ανθρωπιάς.

Κάθε φορά που αφήνουμε μια μικρή ρωγμή να φαίνεται, ανοίγουμε δρόμο για αληθινή σύνδεση. Δεν χρειάζεται να είμαστε τέλειοι για να αγαπηθούμε, αντίθετα, ακριβώς μέσα από την αλήθεια μας, μέσα από το θάρρος να φανούμε όπως είμαστε, γεννιέται η επαφή που αντέχει στον χρόνο, η αγάπη που δεν φοβάται να είναι ζωντανή και ολόκληρη.

Και όταν τολμάμε να δείξουμε τις ρωγμές μας, όχι μόνο γινόμαστε πιο ανθρώπινοι, αλλά αρχίζουμε να αναγνωρίζουμε και τους άλλους που επιλέγουν να είναι αληθινοί, που ενδιαφέρονται για τη σχέση και όχι για την εικόνα. Μέσα σε αυτή τη συνάντηση, η σύνδεση γίνεται ουσιαστική, αυθεντική, και η αγάπη αποκτά βάθος και διάρκεια.

Αγγελική Μπολουδάκη

Address

Κορωναίου 10
Chaniá
73136

Alerts

Be the first to know and let us send you an email when Αγγελική Μπολουδάκη posts news and promotions. Your email address will not be used for any other purpose, and you can unsubscribe at any time.

Contact The Practice

Send a message to Αγγελική Μπολουδάκη:

Share

Share on Facebook Share on Twitter Share on LinkedIn
Share on Pinterest Share on Reddit Share via Email
Share on WhatsApp Share on Instagram Share on Telegram