
16/09/2025
Η δύναμη των λέξεων στην ψυχοθεραπεία
«Μην αγχώνεσαι», «όλα θα πάνε καλά», «κάθε εμπόδιο για καλό». Φράσεις που έχουν ειπωθεί πολλές φορές από φίλο σε φίλο σε μία δύσκολη συνθήκη.
Κυριολεκτικά έχουν νόημα, όμως δεν μπορούν να σταθούν από μόνες τους. Χωρίς πλαίσιο, με ακατάλληλο φωνητικό τόνο, χωρίς ενσυναίσθηση, προκαλούν περισσότερο ένα συναισθηματικό άδειασμα σε αυτόν που το ακούει και δείχνουν μία βιασύνη τύπου «να τελειώνουμε με αυτό» όπως το παιδάκι που βιάζεται να τελειώσει τα μαθήματά του για να παίξει με τους φίλους του.
Οι λέξεις αυτές τελικά προκαλούν περισσότερο πόνο και κενό όταν χρησιμοποιούνται με τέτοιο τρόπο παρά παρέχουν ανακούφιση και ψυχικό γαλήνεμα. Σε κάποιες περιπτώσεις προκαλούν θυμό για τον απλούστατο λόγο ότι το πρόσωπο που πονά, νιώθει ότι δεν έχει ακουστεί. Και έχει δίκιο.
Η ψυχοθεραπεία διαφέρει ουσιαστικά από μια συζήτηση με ένα φίλο, με το γράψιμο σκέψεων σε ένα ημερολόγιο ή ακόμη και με ένα chatbot. Ένας ψυχολόγος δεν ακούει μόνο, αλλά αναγνωρίζει σε βάθος, ανταποκρίνεται με ακρίβεια στα συναισθήματα και βοηθά να αποκτήσουν μορφή και νόημα.
Αποτυπώνει την εξωλεκτική επικοινωνία, συνδέεται, αξιοποιεί κάθε στιγμή, βρίσκεται εκεί, είναι παρών 100% στη διεργασία.
Αυτή η αναγνώριση από έναν άλλον άνθρωπο ενεργοποιεί τους μηχανισμούς συναισθηματικής ρύθμισης και θεραπείας που δεν μπορούν να προσφέρουν ούτε η αυτοπαρατήρηση ούτε η απλή φιλική συζήτηση.
Η δύναμη των λέξεων είναι ουσιαστική στην ψυχοθεραπευτική διεργασία. Σε αυτή την ανθρώπινη συνάντηση, όταν μετατρέπουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα σε λόγια και τα μοιραζόμαστε με τον ψυχολόγο, γίνονται πιο διαχειρίσιμα και αποκτούν νέο νόημα.
Η λεκτικοποίηση των εμπειριών μας, βοηθά στην ένταξή τους στη μνήμη και στον εαυτό μας, φέρνοντας επίγνωση και ελευθερία εκεί όπου υπήρχε μόνο αυτόματη αντίδραση.
Η επικοινωνία του πόνου δημιουργεί ουσιαστική διαπροσωπική σύνδεση και ενεργοποιεί τις λειτουργίες ρύθμισης του συναισθήματος που προκύπτουν μέσα από την ασφαλή προσκόλληση.
Η αναγνώριση και η κατανόηση της συναισθηματικής μας κατάστασης από έναν άλλο άνθρωπο αποτελεί θεμέλιο της συναισθηματικής μας ανθεκτικότητας.
Έτσι, η ψυχοθεραπεία δεν προσφέρει μόνο ανακούφιση αλλά ενισχύει την ικανότητα για ενσυναίσθηση, αυθεντική οικειότητα και ψυχική ανάπτυξη.
Αυτό που ξεκινά ως απλή πράξη «να μιλήσω για τον πόνο μου», εξελίσσεται σε νέο τρόπο σχέσης με τον εαυτό, τους άλλους και τον κόσμο.