02/10/2024
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα μακρινό βασίλειο, ζούσαν δύο αδέλφια, η Αλήθεια και το Ψέμα. Οι δυο τους ήταν ανόμοιοι, αλλά αναπόφευκτα συνδεδεμένοι, καθώς όπου πήγαινε το ένα, ακολουθούσε το άλλο.
Η Αλήθεια ήταν απλή, ήσυχη και συχνά δεν εντυπωσίαζε τους ανθρώπους με τη μορφή της. Ήταν άμεση και χωρίς περίτεχνες λέξεις. Όταν μιλούσε στους ανθρώπους, μερικοί την αποδέχονταν με ευγνωμοσύνη, αλλά πολλοί την απέρριπταν, διότι ένιωθαν άβολα μπροστά στην καθαρότητά της.
Το Ψέμα, αντίθετα, ήταν γοητευτικό και φανταχτερό. Ντυνόταν με έντονα χρώματα και φορούσε πολύτιμα κοσμήματα. Όταν μιλούσε, οι άνθρωποι γοητεύονταν από τα λόγια του, που έμοιαζαν ευχάριστα και καθησυχαστικά. Ενώ η Αλήθεια μπορούσε να είναι σκληρή και δυσάρεστη, το Ψέμα υποσχόταν άνεση και ευτυχία χωρίς κόστος.
Μια μέρα, τα αδέλφια αποφάσισαν να επισκεφθούν την ίδια πόλη. Η Αλήθεια μπήκε πρώτη, και όταν άρχισε να μιλά στους ανθρώπους, αυτοί την άκουσαν για λίγο, αλλά σύντομα την εγκατέλειψαν. Δεν άντεχαν τη σοβαρότητά της και τον τρόπο με τον οποίο απαιτούσε σκέψη και αυτοκριτική.
Αργότερα, έφτασε το Ψέμα, και οι κάτοικοι έτρεξαν να το υποδεχτούν. Του έστρωσαν κόκκινα χαλιά και το έβαλαν σε πολυτελή ανάκτορα. Το Ψέμα τους πρόσφερε γλυκιά παραμυθία, τους υποσχέθηκε ό,τι ήθελαν να ακούσουν, και οι άνθρωποι το αγκάλιασαν χωρίς δεύτερη σκέψη.
Όσο περνούσε ο καιρός, το Ψέμα κυβερνούσε την πόλη και όλοι έδειχναν ευτυχισμένοι, τουλάχιστον επιφανειακά. Ωστόσο, μια μέρα η Αλήθεια εμφανίστηκε ξανά, χωρίς στολίδια, όπως πάντα, και κάθισε στην πλατεία της πόλης. Οι άνθρωποι την απέφευγαν στην αρχή, αλλά σιγά-σιγά, άρχισαν να την προσέχουν.
Κάποιοι λίγοι πλησίασαν και ρώτησαν: “Γιατί είσαι εδώ ξανά; Το Ψέμα μας δίνει ό,τι χρειαζόμαστε.”
Η Αλήθεια απάντησε ήρεμα: “Το Ψέμα σας υπόσχεται ευτυχία, αλλά αυτή η ευτυχία είναι ψεύτικη και φθαρτή. Όταν οι υποσχέσεις του αρχίσουν να καταρρέουν, θα βρεθείτε αντιμέτωποι με το κενό.”
Οι άνθρωποι δυσκολεύονταν να την πιστέψουν, αλλά μέσα τους άρχισε να γεννιέται μια αμφιβολία για τις υποσχέσεις του Ψέματος. Σιγά-σιγά, άρχισαν να την αποδέχονται. Και όσο περισσότερο την αποδέχονταν, τόσο πιο ελεύθεροι ένιωθαν, έστω και αν η Αλήθεια ήταν σκληρή και απαιτητική.
Το Ψέμα, βλέποντας ότι η Αλήθεια κερδίζει έδαφος, προσπάθησε να την αντιμετωπίσει, ντύθηκε ακόμη πιο πλουσιοπάροχα και υποσχέθηκε ακόμη περισσότερα. Όμως, οι άνθρωποι άρχισαν να διακρίνουν τη διαφορά. Είδαν ότι η Αλήθεια, όσο δύσκολη κι αν ήταν, τους απελευθέρωνε από το βάρος των ψευδαισθήσεων.
Και έτσι, έμαθαν πως το Ψέμα μπορεί να προσφέρει προσωρινή ευχαρίστηση, αλλά μόνο η Αλήθεια μπορεί να προσφέρει πραγματική γαλήνη.