Φαινομενολογικά θα μπορούσαμε να έχουμε την παρακάτω ταξινόμηση των διαταραχών του λόγου:
Διαταραχές ρυθμού της ομιλίας (λογονευρώσεις, ταχυλαλίες, βραδυλαλίες, τραυλισμός)
Μερικές ή ολικές διαταραχές προφορικής έκφρασης (κωφαλαλία, αλαλία, υστερική αλαλία)
Φωνητικές ανωμαλίες (αφωνία, δυσφωνίες, ρινολαλίες)
Ανωμαλίες κατανόησης και έκφρασης (αφασίες, νευρολογικές διαταραχές, εγκεφαλικές κακώσεις)
Γραμματικές/συντακτικές ανωμαλίες
Διαταραχές γραφής/ανάγνωσης
Μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία, δυσορθογραφία, δυσαριθμησία, υπερκινητικότητα, σύνδρομο ελλειματικής προσοχής)
Τραυλισμός
Ως τραυλισμός χαρακτηρίζεται η διαταραχή στη ροή του λόγου και εμφανίζεται με ασυντόνιστες κινήσεις του μυϊκού συστήματος, της αναπνοής, της φωνής και της άρθρωσης, ενώ παρουσιάζεται στην αρχή ή τη μέση του λόγου σαν επανάληψη συλλαβών, φθόγγων και λέξεων ή σαν ένα επίμονο κόμπιασμα σε έναν φθόγγο.
Δεν έχει εξηγηθεί ακόμα σαφώς η αιτία του, που πιθανότατα είναι ο συνδυασμός διαφόρων παραγόντων και φαινομένων παρά ένας απλός παράγοντας, μια απλή αιτία. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να είναι γενετικοί ή περιβαλλοντικοί, όπως προβλήματα στο σπίτι, άγχος, προβλήματα στο σχολείο.
Συνήθως κάνει την εμφάνιση του στην παιδική ηλικία, μεταξύ τριών και πέντε ετών και στο μέγιστο των περιπτώσεων νωρίτερα της συμπλήρωσης των οκτώ ετών. Πέντε στα εκατό παιδιά θα παρουσιάσουν έναν τραυλισμό σε κάποια στιγμή της ζωής τους, αλλά τα περισσότερα περιστατικά θεραπεύονται ενώ μόνο το 1% των ενηλίκων τραυλίζει. Ο τραυλισμός είναι 4 φορές συχνότερος στα αγόρια από ότι στα κορίτσια. Επίσης οικογένεια που έχει άτομο που τραυλίζει έχει αυξημένες πιθανότητες να παρουσιαστεί το ίδιο πρόβλημα και σε άλλα μέλη της.
Πότε είναι φυσιολογικός ο τραυλισμός; Σε κάποιο βαθμό «φυσιολογικές» δυσρυθμίες εμφανίζονται στην ομιλία μικρών παιδιών κατά τη διάρκεια της γλωσσικής και φωνολογικής τους ανάπτυξης. Καθώς οι αρθρωτικές και γλωσσικές ικανότητες των παιδιών εξελίσσονται με την ηλικία και την πάροδο του χρόνου, το ίδιο συμβαίνει και με την εύρυθμη ομιλία. Επομένως, για μικρά παιδιά τα οποία εμφανίζουν δυσρυθμίες στην ομιλία τους είναι κάποιες φορές δύσκολο να καθοριστεί, εάν αυτές είναι «φυσιολογικές» ή εάν αποτελούν χαρακτηριστικά τραυλισμού.
Ο ρόλος του Λογοπαιδικού
Ο Λογοπαιδικός είναι ο επιστήμονας που ενημερώνει, αξιολογεί και ενισχύει τις δεξιότητες του λόγου, ενώ παράλληλα προσπαθεί να αποτρέψει την επιδείνωση των δυσλειτουργιών που επιφέρουν οι νευρολογικές αυτές παθήσεις που εκδηλώνονται σε παιδιά και ενήλικες.
Μαθησιακές δυσκολίες
Σήμερα, ο όρος «μαθησιακές δυσκολίες» χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα αρκετά μεγάλο σύνολο διαταραχών που μειώνουν την ικανότητα ενός ατόμου να επικοινωνήσει ή να μάθει.
Ο όρος «μαθησιακές δυσκολίες» πρωτοεμφανίστηκε το 1962 στην βιβλιογραφία της ειδικής αγωγής από τον Samuel Kirk (Hammill, 1990). Από τότε έχει αναπτυχθεί ένα μεγάλο σύνολο ορισμών ανάλογα με την κυρίαρχη αντίληψη κάθε εποχής σχετικά με τη φύση των μαθησιακών δυσκολιών. Πρόκειται για μια διαδικασία που δεν έχει περατωθεί ακόμη αφού η επιστημονική κοινότητα βρίσκεται σε μια διαρκή προσπάθεια για βελτίωση του ορισμού.
Σύμφωνα πάντως με έναν ευρέως αποδεκτό από την επιστημονική κοινότητα ορισμό, “οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μια ανομοιογενή ομάδα διαταραχών οι οποίες εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην πρόσκτηση και χρήση ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και αποδίδονται σε δυσλειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος και μπορεί να υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Προβλήματα σε συμπεριφορές αυτοελέγχου, κοινωνικής αντίληψης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης μπορεί να συνυπάρχουν με τις μαθησιακές δυσκολίες, αλλά δεν συνιστούν από μόνα τους μαθησιακές δυσκολίες. “(Hammill, 1990).