05/09/2017
ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ LACAN
Ο Λακάν στη θεωρία και την ψυχαναλυτική πρακτική, εισάγει το 1953 μια τριαδική κατανομή των διαστάσεων που είναι ουσιώδεις για την ανθρώπινη πραγματικότητα: το Συμβολικό, το Φαντασιακό και το Πραγματικό. Το Συμβολικό αναφέρεται από τη μία μεριά στο λέγειν και από την άλλη στη συμβολική λειτουργία ως ρυθμιστική λειτουργία των ανταλλαγών μέσα στις κοινωνικές ομάδες. Το Φαντασιακό παραπέμπει στη σχέση με την εικόνα των ομοίων μας και με την παράσταση του ίδιου μας του σώματος. Το Πραγματικό (που δεν είναι το ίδιο με την πραγματικότητα) αποτελεί μια επίπτωση του Συμβολικού: όταν αυτό εγκαθιδρύεται, το Πραγματικό μένει εκτός του συμβολικού πεδίου. Εισάγοντας ο Λακάν αυτες τις τρεις διαστάσεις, ήθελε από τη μία να επανατοποθετήσει τις τοπικές κατανομές του Φρόυντ και, από την άλλη, να αντιταχθεί στο κυρίως αμερικάνικο ρεύμα που, κατ’ αυτόν, υποβάθμιζε την ψυχαναλυτική πρακτική σε μια προσαρμογή του υποκειμένου στο κοινωνικό περιβάλλον και σε μια ενίσχυση του Εγώ. Αυτό που πρέπει να γίνει, είναι η επιστροφή στα κείμενα του Φρόυντ.
Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε τη σημασία που έχει το έργο του Φρόυντ στη διαμόρφωση της λακανικής θεωρίας. Για τον Λακάν η "επιστροφή στον Φρόυντ" σημαίνει να επανέλθει στο προσκήνιο της ψυχανάλυσης η διάσταση της ομιλίας, αφού η ομιλία του υποκειμένου είναι το μοναδικό μέσο της αναλυτικής διαδικασίας, μέσα από αυτή αναδεικνύεται το ασυνείδητο, αλλά και αυτή είναι ο τόπος στον οποίο εκφράζεται. Οι θεωρήσεις του Λακάν αποτελούν προσπάθεια επιστημονικής τεκμηρίωσης του ασυνειδήτου, δεν αποτελούν θεωρία της γλώσσας. Η μεγάλη συμβολή του είναι ότι σε αυτή την προσπάθεια οριοθέτησης της ψυχανάλυσης ως επιστήμης από άλλες επιστήμες -βιολογικές, ψυχολογικές, κοινωνικές- ανέδειξε τη γλώσσα σε πρωταρχικό παράγοντα δόμησης του ανθρώπινου υποκειμένου και ότι οι απόψεις του υπήρξαν αιτία μιας ριζικής επιστημολογικής μεταβολής σε σχέση με σημαντικές μεταψυχολογικές έννοιες.
Υποστηρίζει ότι θεωρία και πρακτική στην Ψυχανάλυση είναι το ίδιο πράγμα. Είναι μια πράξη (praxis) ή, καλύτερα ακόμα, μια μέθοδος. Σύμφωνα με τον ίδιο, ‘η ψυχανάλυση είναι η αγωγή που αναμένουμε από έναν ψυχαναλυτή’. Ο Λακάν επιμένει στην εμπειρική διάσταση της ψυχανάλυσης και στον ιδιαίτερο ρόλο που επιφυλάσσει στη μάθηση. Πράγμα που συμφωνεί με την κατεύθυνση του Φρόυντ, αφού μόνο η εμπειρία της ψυχαναλυτικής αγωγής μπορεί να δώσει στο υποκείμενο την πεποίθηση οτι υπάρχει το ασυνείδητο.
Το Πραγματικό ως το 1953 ορίζεται ως εκείνη η πλευρά η οποία μας διαφεύγει. Αυτό που εμφανίζεται αρχικά στην αναλυτική πρακτική ειναι το Φαντασιακό στοιχείο. Οτιδήποτε σχετίζεται με ένα είδος αιχμαλωτίζουσας σαγήνης, με την αυταπάτη της ικανοποίησης του εαυτού μας, ανήκει στο Φαντασιακό. Στα ζώα, η θέαση του άλλου και των σημείων που αυτό δείχνει, βλέπουμε την κυριαρχία του Φαντασιακού. Όμως, στον άνθρωπο όλα αυτά τα φαντασιακά στοιχεία έχουν και μια συμβολική διάσταση. Για να αναλυθούν, πρέπει να εντοπιστούν στο συμβολικό πεδίο. Όπως απέδειξε ο Φρόυντ, οι ονειρικές εικόνες πρέπει να διαβαστούν σαν ένας γρίφος για να μπορέσουν να αποκωδικοποιηθούν. Αν μείνουμε στις εικόνες, αν παρασυρθούμε από τη σαγήνη τους, δε θα μπορέσουμε να τα αναλύσουμε. Αποτελεσματικά, το σύμπτωμα θα αντιμετωπιστεί ως μια φιμωμένη ομιλία που πρεπει να ελευθερωθεί.
Ο Λακάν επιθυμούσε να προσδώσει στην ψυχανάλυση την εγκυρότητα και το στάτους μιας επιστήμης. Για να το πετύχει αυτό, στηρίχτηκε κυρίως στη δομική (στρουκτουραλιστική) γλωσσολογία που εγκαινιάστηκε από το F. de Saussure και στις ανθρωπολογικές μελέτες του Claude Levi-Strauss για τις στοιχειακές δομές συγγένειας. Για το Λεβί Στρως, η εξωγαμία, ως αποτέλεσμα της απαγόρευσης της αιμομιξίας, έχει επακόλουθο την ανταλλαγή που είναι θεμέλιο της κοινωνικότητας. Η τάξη της γλώσσας περιλαμβάνει και αναπαριστά αυτό το νόμο. Ο Λακάν θα δηλώσει: ‘ο νόμος του ανθρώπου είναι ο νόμος της γλώσσας’. Και, σύμφωνα με το Λακάν, υπεύθυνος γι’ αυτό το νόμο και την επιβολή του είναι ένας πατέρας. Κι αφού ο θεμελιακός αυτός νόμος μεταδίδεται από έναν πατέρα που τον κληρονόμησε από το δικό του κ.ο.κ., πρέπει να αναγνωρίσουμε στο Όνομα-του-Πατέρα το στήριγμα της συμβολικής λειτουργίας που από τις απαρχές της ιστορίας ταυτίζει το πρόσωπό του με τη μορφή του νόμου.
Ο νόμος λοιπόν είναι για το Λακάν ο λόγος. Κι αφού το νόμο τον εγκαθιδρύει ο πατέρας, είναι ο λόγος του Άλλου. Το ίδιο το ασυνείδητο του υποκειμένου, είναι ο λόγος του Άλλου. Για το Λακάν, το ασυνείδητο είναι το μέρος εκείνου του διυποκειμενικού, συγκεκριμένου λόγου που λείπει από το υποκείμενο για να εγκαθιδρύσει στη συνέχεια στο συνειδητό του λόγο. Είναι, με δυο λόγια, το λογοκριμένο κεφάλαιο, του οποίου η θέση σημαδεύεται από ένα κενό ή καταλαμβάνεται από ένα ψέμα. Η ψυχαναλυτική εργασία αποσκοπεί στην ανάδυση, μέσα από το παρελθόν μιας άλλης ιστορίας. Έτσι, ο αναλυτής θα γίνει ο αποκρυπτογράφος της γλώσσας με την οποία είναι γραμμένα τα συμπτώματα.
Από τη στιγμή λοιπόν που τέθηκε ότι, από τη μια η γλώσσα δε στοχεύει απλά στη μετάδοση πληροφοριών και, από την άλλη, ότι το ασυνείδητο είναι ο λόγος του Άλλου, ο Λακάν θα υποστηρίξει για την επικοινωνία ότι ‘η ανθρώπινη γλώσσα εγκαθιστά έναν τύπο επικοινωνίας, όπου ο εκπέμπων λαμβάνει από τον αποδέκτη το ίδιο το μήνυμά του με αντεστραμμένη μορφή’. Σ’ αυτό το συμβολικό και διυποκειμενικό πλαίσιο τίθεται και το ζήτημα της επιθυμίας. Το υποκείμενο του ασυνειδήτου διακατέχεται από μια επιθυμία, που, πάνω απ’ όλα, είναι μια επιθυμία αναγνώρισης. Η επιθυμία βρίσκει τη σημασία της στην επιθυμία του Άλλου, γιατί αυτό που στοχεύει είναι να αναγνωριστεί από τον Άλλο. Με δυο λόγια, δεν επιθυμούμε τον άλλο, επιθυμούμε εκείνος να μας επιθυμήσει.
Γενικά, ο Λακάν σε όλη τη διάρκεια του έργου του θα εμπνευστεί από και θα χρησιμοποιήσει διάφορους κλάδους και τομείς των επιστημών. Η γλωσσολογία, η κοινωνική ανθρωπολογία, η φιλοσοφία (κυρίως ο Hegel) αλλα και τα μαθηματικά και η άλγεβρα θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και τη διατύπωση των θεωριών του.
Κουρλός Χρήστος
Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπευτής